Με αφορμή την πρόσφατη συμπλήρωση των 2.500 ετών από την ημερομηνία διεξαγωγής της Μάχης του Μαραθώνα θα προσπαθήσω μια συνοπτική προσέγγιση της. Πριν όμως αυτό κρίνω απαραίτητο να αναφέρω εδώ το γεγονός υιοθέτησης ψηφίσματος από πλευράς της Αμερικανικής βουλής των αντιπροσώπων την 8/12/2010 που αναγνωρίζει την εν λόγω μάχη μια από τις σπουδαιότερες στην παγκόσμια ιστορία και κυρίως ότι συνέβαλε στην ανάπτυξη του νέου τότε πολιτικού συστήματος, της Δημοκρατίας, στις βασικές αρχές του οποίου στηρίχθηκε αιώνες αργότερα η δημιουργία του έθνους τους (ΗΠΑ).
Το εκστρατευτικό σώμα του Περσικού στρατού με επικεφαλής τους στρατηγούς Δάτι και Αρταφέρνη μετά την καταστροφή της Ερέτριας είχε πλέον ως σκοπό του την κατάληψη της πόλης των Αθηνών. Οι Πέρσες επέλεξαν τη πεδιάδα του Μαραθώνα για να προσεγγίσουν την Αθήνα έπειτα από συμβουλές του Ιππία, θεωρώντας τη κατάλληλη για τη δράση του ιππικού τους και διότι ήταν σε κοντινή απόσταση από την Ερέτρια όπου και βρισκόταν. Επίσης ρόλο έπαιξε και το γεγονός ότι οι κάτοικοι της περιοχής θεωρούνταν πιστοί στον πρώην τύραννο Πεισίστρατο (πατέρα του Ιππία). Επίσης πόνταραν στο γεγονός ότι αν ο Αθηναϊκός στρατός εγκατέλειπε την πόλη για να τους αντιμετωπίσει εκεί τότε η οπαδοί της τυραννίας θα ήταν εύκολο να καταλάβουν την πόλη. Από την άλλη πλευρά οι Αθηναίοι υπολόγιζαν ότι σε επικείμενη πολιορκία οι οπαδοί της τυραννίας θα ήταν ποιο επικίνδυνοι δρώντας υπονομευτικά. Επίσης ισχυρό επιχείρημα στην απόφασή τους να αντιμετωπίσουν τους Πέρσες στο Μαραθώνα ήταν ότι η Αθήνα δε προστατευόταν την εποχή εκείνη από ισχυρά τοίχοι κατάλληλα για πολιορκία και ότι ο λιμένας του Φαλήρου ήταν απροστάτευτος κόβοντας έτσι τη δίοδο ανεφοδιασμού. Το σχέδια για αντιμετώπιση των Περσών στη πεδιάδα του Μαραθώνα ανήκει στον στρατηγό Μιλτιάδη ο οποίος έπεισε για αυτό τον λαό και τον πολέμαρχο των Αθηναίων Καλλίμαχο. Η πεδιάδα του Μαραθώνα για τη δράση του εχθρικού ιππικού αλλά ήταν ιδανική και για την ανάπτυξη της Αθηναϊκής φάλαγγας των οπλιτών. Επί πλέον η έξοδος του στρατού από την πόλη και η ανάληψη επιθετικής τακτικής θα είχε πολύ θετικό αντίκτυπο στο ηθικό της πόλης. Τέλος βαρύνουσα σημασία είχε η σωτηρία των πόλεων του Μαραθώνα και της Οινόης και της γενικότερης περιοχής πέριξ της Αθήνας από τον αφανισμό. Αυτό το γεγονός έδινε διπλή αποστολή στον Αθηναϊκό στρατό, τόσο επιθετική με την απόπειρα κατατρόπωσης του Περσικού στρατού, όσο και αμυντική, η προστασία των περιφερειακών πόλεων.
Οι Αθηναίοι σε αυτή τη μάχη ήθελαν τη βοήθεια των Σπαρτιατών την βοήθεια των οποίων και ζήτησαν. Απέστειλαν αγγελιαφόρο τον Φειδιππίδη. Το έκαναν και με άλλες πόλεις αυτό. Ουσιαστικά οι μόνοι που ανταποκρίθηκαν ήταν οι Πλαταιείς. Η βοήθεια δε των Σπαρτιατών έφτασε αλλά κατόπιν της μάχης για λόγους που οφείλονται είτε σε θρησκευτικά θέματα είτε στην εμπλοκή τους σε εχθροπραξίες με τους Μεσσήνιους και τους είλωτες.
Η μάχη έλαβε χώρα το έτος 490 π.χ. όταν άρχοντας ήταν ο Φαίνιππος. Σχετικά με την ακριβή της ημερομηνία τα ιστορικά στοιχεία δεν είναι άκρως διαφωτιστικά κι ενώ ο Πλούταρχος αναφέρει ως ημερομηνία την 6 Οκτωβρίου, από τα στοιχεία που παραθέτει ο Ηρόδοτος και μια σειρά αρχαιολογικών και λογικών συνειρμών πιθανότερη ημερομηνία θεωρείται η 13 ή 14 του μηνός Αυγούστου.
Η πεδιάδα του Μαραθώνα είναι ένα πεδίο που ορίζεται από τους πρόποδες της Πάρνηθας και της Πεντέλης καθώς και από τα νερά του Νότιου Ευβοϊκού κόλπου. Κατά την εποχή εκείνη στο ανατολικό μέρος της πεδιάδας υπήρχε εκτεταμένο έλος ενώ στο κέντρο της υπήρχε ο χείμαρρος Χάραδρος. Υπήρχαν 2 δρομολόγια που συνέδεαν το πεδίο με την Αθήνα. Ένα που διερχόταν από την Παλλήνη και ήταν κύριο δρομολόγια και ένα απότομο μονοπάτι. Η ακριβής θέση όπου στρατοπέδευσαν οι Αθηναίοι δεν είναι γνωστή και από τον Ηρόδοτο μαθαίνουμε ότι αυτή τοποθετείται πλησίον υπάρχοντος ναού του Ηρακλέους στοιχεία όμως για τον οποίο δεν έχουν αναβρεθεί.
Ουσιαστικό ρόλο στην έκβαση της μάχης διαδραμάτισε ο στρατηγικός νους του Μιλτιάδη που ουσιαστικά για πρώτη φορά στην ιστορία ένας στρατηγός υπαγορεύει τη ροή μιας μάχης εναντίον ενός υπέρτερου στρατεύματος εκμεταλλευόμενος στο έπακρο τα πλεονεκτήματα των δικών του δυνάμεων και εξουδετερώνοντας ταυτόχρονα αυτά των αντιπάλων. Ο Μιλτιάδης είχε το πλεονέκτημα να γνωρίζει καλά τον αντίπαλό του και το πώς αυτός μάχεται. Γνώριζε πλήρως τις δυνατότητες της Αθηναϊκής φάλαγγας των οπλιτών και γνώριζε άριστα το έδαφος, το οποίο και μελέτησε πλήρως τις ημέρες πριν τη μάχη. Οι εχθρικές δυνάμεις περιλάμβαναν αξιόμαχο πεζικό κατά πολύ μεγαλύτερο σε αριθμό. Υστερούσε όμως σε τακτική κυρίως στη μάχη σώμα με σώμα. Υπερτερούσε όμως σημαντικά στον τομέα του οπλισμού λόγω του τόξου με το οποίο ήταν σε θέση να βάλει κατά των αντιπάλων από απόσταση προκαλώντας σοβαρές απώλειες πριν καν αρχίσει η μάχη. Τέλος υπερτερούσε συντριπτικά και στο θέμα του ιππικού με δύναμη κάπου ανάμεσα σε 1.000 και 3.000. Επίσης τον Περσικό στρατό ακολουθούσε η φήμη του αήττητου. Ο Αθηναϊκός στρατός αναχώρησε από την πόλη την ίδια μέρα της Περσικής απόβασης για να στρατοπεδεύσει στο Μαραθώνα την αυγή της επόμενης μέρας. Το ίδιο βράδυ συνενωθήκαν μαζί τους και οι δυνάμεις των Πλαταιέων. Οι Πέρσες από την άλλη από την μέρα της απόβασης και προ της άφιξης των Αθηναίων είχαν στρατοπεδεύσει στην Ανατολική πλευρά της πεδιάδας, θέση ισχυρή και πολύ καλά προστατευμένη. Με την άφιξη των Αθηναίων οι Πέρσες μετακίνησαν τις δυνάμεις τους προς τα Δυτικά παρατάσσοντας τες απέναντι από τους Αθηναίους και παράλληλα προς τη θάλασσα τοποθετώντας μπροστά από το πεζικό το ιππικό δείχνοντας έτσι ξεκάθαρα ότι αποζητούσαν άμεση σύγκρουση πιστεύοντας ακράδαντα στη νίκη τους, ένα αίσθημα που πήγαζε από την αριθμητική τους υπεροχή.
Οι Αθηναίοι δεν ανταποκρίθηκαν άμεσα στην Περσική κίνηση. Επί επτά ημέρες οι δύο στρατοί παρέμεναν παραταγμένα χωρίς να αναλαμβάνουν δράση. Οι στρατηγοί των Αθηναίων φάνηκαν διχασμένοι. Υπήρχαν αυτοί που δεν ήθελαν να δώσουν μάχη και οι άλλοι, μεταξύ των οποίων και ο Μιλτιάδης, που το ήθελαν. Η κίνηση που έκρινε την απόφασή τους ήταν ο προσεταιρισμός από τον Μιλτιάδη του πολέμαρχου Καλλίμαχου που άλλαξε τις ισορροπίες. Έτσι αποφασίστηκε να δοθεί η μάχη με τους υποστηρικτές αυτής της ιδέας να παραχωρούν τη θέση της στρατηγίας τους στο Μιλτιάδη. Αυτός αν και δέχτηκε την προσφορά δεν ενήργησε μέχρι την έλευση της ημέρας όπου δικαιωματικά ήταν αυτός αρχιστράτηγος.
Για τη διαχείριση της μάχης ο Μιλτιάδης είχε να λύσει 3 προβλήματα. Την αριθμητική υπεροχή των Περσών, το ιππικό τους και τους τοξότες τους. Για το θέμα της υπεροχής πόνταρε πολλά στη φάλαγγα των οπλιτών και στο τι αυτή μπορούσε να κάνει κυρίως σε αγώνα σώμα με σώμα. Έπρεπε όμως να εξασφαλίσει ότι θα οδηγούσε τη σύγκρουση σε τέτοιας μορφής αγώνα. Αντίπαλοί του σε αυτή τη σκέψη ήταν η απόσταση μέχρι την Περσική παράταξη όπου θα ήταν εκτεθειμένος στους τοξότες και το ιππικό. Για να ξεπεραστεί αυτή η δυσχέρεια έπρεπε να μειωθεί ο χρόνος προσέγγισης των Περσών καταρχήν μέσω της μείωσης της απόστασης των δύο παρατάξεων. Γι’ αυτό λοιπόν εργάστηκαν οι Αθηναίοι τις μέρες πριν τη μάχη με προέκταση του στρατοπέδου τους με την κατασκευή φραγμάτων. Μάλιστα τη νύχτα πριν τη μάχη ο Μιλτιάδης πληροφορήθηκε από Ίωνες αυτόμολους ότι το Περσικό ιππικό είχε αποχωρήσει από το πεδίο είτε διότι οι Πέρσες είχαν πάρει απόφαση απόβασης τους στο Φαληρικό όρμο και είχαν φορτώσει το ιππικό στα πλοία είτε διότι απλά είχε εισέλθει εντός στρατοπέδου για να μην μείνει εκτεθειμένο κατά τη διάρκεια της νύχτας. Όπως και να είχε το πράγμα ο Μιλτιάδης πήρε την απόφαση της επίθεσης. Παράταξε το στράτευμά του κατά τρόπο που επιχειρούσε να εξουδετερώσει την αριθμητική υπεροχή των Περσών. Καταρχήν εξίσωσε το μέτωπο της παράταξής του με αυτό των Περσών ενισχύοντας τα άκρα του και λεπταίνοντας τις γραμμές του κέντρου του. Αυτή η διάταξη έδειχνε τους απώτερους σκοπούς του Μιλτιάδη. Γνωρίζοντας ότι το κέντρο της Περσική παράταξης διέθετε επίλεκτες δυνάμεις, συμπέρανε ότι αυτό θα ήταν το τελικό του πρόβλημα που έπρεπε να λύσει. Η διάταξή λοιπών των Αθηναίων σκόπευε σε σύντομη επικράτηση και εκμηδένιση των Περσικών άκρων με ταυτόχρονη απομόνωση του Περσικού κέντρου, το οποίο θα ανάγκαζε να αγωνιστεί σε δυσμενείς για αυτό συνθήκες. Με τη δημιουργία τοπικής υπεροχής στα άκρα υπολόγιζε σε βέβαια νίκη εκεί, ενώ ταυτόχρονα είχε υπολογιστεί η κάμψη του ασθενέστερου κέντρου από το οποίο ουσιαστικά περίμενε να του δώσει χρόνο. Επίσης ο Μιλτιάδης όρισε ως ώρα έναρξης της επίθεσης την ώρα αμέσως μετά την αυγή (περίπου 05:30) έτσι ώστε να μην προλάβει να εμπλακεί το Περσικό ιππικό το οποίο σε αγώνα σώμα με σώμα δεν μπορούσε να δράσει. Επίσης για την επιτυχία πλήρως αιφνιδιασμού που ουσιαστικά θα μείωνε και το χρόνο έκθεσης στους τοξότες των Περσών όρισε η προσπέλαση προς τον εχθρό να γίνει τροχάδην παρά την κούραση που θα προκαλούσε. Μάλιστα τα τελευταία μέτρα της ορίστηκε να αυξηθεί ακόμη περισσότερο ο ρυθμός. Ο Μιλτιάδης παράταξε μια δύναμη 10.000 Αθηναίων οπλιτών και 1.000 Πλαταιών. Στο αραιωμένο κέντρο παρατάχθηκαν οι φυλές Αντιοχίς και Λεοντίς με στρατηγούς τους Αριστείδη και Θεμιστοκλή. Δηλαδή δύο εκ των ικανότερων στρατηγών του. Ο όλο μέτωπο είχε μήκος 1.600 μέτρων . Από την άλλη πλευρά το Περσικό ιππικό παραταγμένο 600 μέτρα περίπου από τη θάλασσα αριθμούσε 50.000 δύναμη περίπου.
Η μάχη αυτή κάθε αυτή μπορεί να χωριστεί σε τρεις φάσεις. Καταρχήν και με την συγκέντρωση των δυνάμεων των Αθηναίων ο Μιλτιάδης μοίρασε τις αποστολές και προχώρησε στη διενέργεια των προβλεπόμενων θυσιών. Τις δύο παρατάξει χώριζε απόσταση περίπου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου